Όταν το καπέλο κλέβει την παράσταση: Η διαχρονική γοητεία των γυναικείων καπέλων στην υψηλή μόδα
Αφορμή στάθηκε η πρόσφατη εμφάνιση της Μελάνια Τραμπ στη Βρετανία με ένα εντυπωσιακά μεγάλο καπέλο – μια επιλογή που υπενθύμισε πως το καπέλο αποτελεί διαχρονικά βασικό κομμάτι της επίσημης ένδυσης και της υψηλής αισθητικής.

Η Μελάνια Τραμπ, κατά την επίσημη επίσκεψή της στο Ηνωμένο Βασίλειο, κατάφερε να στρέψει όλα τα βλέμματα πάνω της όχι μόνο λόγω της ιδιότητάς της, αλλά και χάρη στο δραματικό πλατύγυρο καπέλο που φόρεσε. Κατεβαίνοντας από το προεδρικό ελικόπτερο στο κάστρο του Ουίνδσορ, το τεράστιο, χαμηλό καπέλο της Πρώτης Κυρίας έκρυβε σχεδόν εξ ολοκλήρου το πρόσωπό της, επισκιάζοντας κάθε σύγκριση στιλ με την κομψή Κέιτ Μίντλετον.

Επρόκειτο για μια εμφάνιση που υπαγορεύτηκε μεν από το αυστηρό βασιλικό πρωτόκολλο, στο βρετανικό παλάτι οι κυρίες οφείλουν να φορούν καπέλο στις επίσημες εκδηλώσεις, αλλά ταυτόχρονα αποτέλεσε ένα ισχυρό fashion statement. Η εικόνα αυτή μας δίνει την αφορμή να εξετάσουμε τη διαδρομή του γυναικείου καπέλου στην ιστορία της μόδας, τη σημασία του ως μέρος της επίσημης ενδυμασίας και πώς συνεχίζει να γοητεύει ως σύμβολο κοινωνικό και αισθητικό.

Από τον 18ο έως τον 19ο αιώνα: Σύμβολο κύρους και κομψότητας
Η δούκισσα Georgiana του Ντέβονσαϊρ σε πορτρέτο του 1786 από τον Thomas Gainsborough. Το τεράστιο μαύρο «καπέλο πορτρέτου» που φορά –γνωστό και ως «Gainsborough hat», έγινε μόδα στην αριστοκρατία του 18ου αιώνα.
Στις αριστοκρατικές αυλές του 18ου αιώνα, το καπέλο ήταν κάτι παραπάνω από απλό αξεσουάρ, ήταν ένδειξη κοινωνικής θέσης και μέσο επίδειξης πλούτου. Οι κυρίες της εποχής φορούσαν περίτεχνα, φαρδύγυρα καπέλα διακοσμημένα με φτερά, κορδέλες και άνθη, συνδυασμένα συχνά με τα ψηλά χτενίσματά τους. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα ήταν η Georgiana, δούκισσα του Ντέβονσαϊρ, η οποία γύρω στο 1785 πόζαρε με ένα τεράστιο μαύρο καπέλο – ένα στιλ που η ίδια καθιέρωσε στη μόδα και έμεινε γνωστό ως «καπέλο Gainsborough» ή «καπέλο πορτρέτου».

Την ίδια περίοδο, στη Γαλλία, η βασιλική μοδίστρα της Μαρία Αντουανέτας, η περίφημη Ροζ Μπερτέν, σχεδίαζε φαντασμαγορικά καλύμματα κεφαλής από ψάθα, δαντέλα και κορδέλες, τα οποία έμοιαζαν με μικροσκοπικά φορέσιμα γλυπτά πάνω στα χτενίσματα των ευγενών κυριών.
Τα καπέλα αυτά δεν παρείχαν απλώς σκιά από τον ήλιο, δήλωναν την κοινωνική επιφάνεια της γυναίκας που τα φορούσε.
Καθώς περνούσε ο 19ος αιώνας, το γυναικείο καπέλο εξελίχθηκε μαζί με τη μόδα. Στις αρχές του αιώνα, όταν τα φορέματα είχαν σχετικά απλές γραμμές, οι καλοντυμένες γυναίκες προτιμούσαν τα υφασμάτινα σκουφάκια στολισμένα με δαντέλα ή κεντήματα, ενώ τα καλοκαίρια φορούσαν φαρδιά ψάθινα καπέλα διακοσμημένα με κορδέλες και λουλούδια.
Αργότερα, στη βικτωριανή εποχή, καθώς η γυναικεία ένδυση γινόταν ολοένα πιο πολύπλοκη, με πολύστρωτα, ογκώδη φορέματα και κορσέδες τα καπέλα μεγάλωσαν σε μέγεθος και πολυτέλεια. Προς τα τέλη του 19ου αιώνα τα σχέδια των καπέλων έγιναν εξαιρετικά φανταχτερά: το ύψος, το πλάτος, η διακόσμηση, ακόμη και ο τρόπος που κάθονταν στο κεφάλι διαφοροποιήθηκαν, αντανακλώντας τη μεγαλοπρέπεια της μόδας της εποχής.
Εκεί εμφανίστηκαν τα θεατρικά picture hats –οι λεγόμενες «καπέλες ζωγραφιάς», με τεράστιο γείσο διακοσμημένο με πλούσια στολίδια και φτερά, όπως βλέπουμε σε γκραβούρες και πίνακες του τέλους του αιώνα. Δεν είναι τυχαίο ότι γύρω στο 1900 η ενδυματολογική εθιμοτυπία υπαγόρευε πως καμία κυρία δεν έπρεπε να βγει από το σπίτι χωρίς καπέλο.

Η κατοχή μάλιστα ενός καπέλου μοναδικού σχεδίου αποτελούσε δείκτη πλούτου και κοινωνικής θέσης για την κάτοχό του – όπως ακριβώς το στέμμα φανερώνει το βασιλικό αίμα, έτσι και τα καπέλα «διακήρυτταν» την υψηλή κοινωνική στάθμη.
Η δεκαετία του 1950: Η τελευταία ακμή του καπέλου στην καθημερινή κομψότητα
Μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, το γυναικείο καπέλο γνώρισε ίσως την τελευταία του «χρυσή εποχή» στην καθημερινή μόδα. Τη δεκαετία του 1950, καθώς η θηλυκότητα και η κομψότητα επανήλθαν δυναμικά με το περίφημο New Look του Christian Dior, το καπέλο καθιερώθηκε πάλι ως απαραίτητο συμπλήρωμα μιας προσεγμένης εμφάνισης.
Στις αρχές της δεκαετίας, καμία σεβαστή κυρία δεν θεωρούσε ολοκληρωμένο το σύνολό της χωρίς ένα καπέλο και ένα ζευγάρι γάντια. Ακόμη και ένα φορεμένο ξανά φόρεμα μπορούσε να ανανεωθεί εντυπωσιακά με την προσθήκη ενός καινούριου καπέλου και λίγων αξεσουάρ – τόσο σημαντικό ήταν το καπέλο ως τελική πινελιά του στιλ.

Τα σχέδια των καπέλων της δεκαετίας του ’50 ποίκιλαν, όμως γενικά είχαν την τάση να είναι μάλλον μικρά και κομψά, ώστε να αναδεικνύουν το χτένισμα και το πρόσωπο της γυναίκας αντί να τα κρύβουν.
Οι πιο δημοφιλείς μορφές ήταν τα λεγόμενα half-hats ή Juliette caps, μικροσκοπικά καπελάκια που κάθονταν στο πίσω μέρος του κεφαλιού σαν στεφανάκι, αφήνοντας τη φράντζα και τα πλαϊνά μαλλιά ορατά, ουσιαστικά «πλαισίωναν» το καλοχτενισμένο κεφάλι και τα βαμμένα χαρακτηριστικά.
Αυτά τα μικρά καπέλα συγκρατούνταν συνήθως με λάστιχα, τσιμπιδάκια ή χτενάκια πάνω στα μαλλιά. Δεν έλειπαν βέβαια και τα φαρδύγυρα καπέλα για τις πρωινές εμφανίσεις στην ύπαιθρο ή στην παραλία τα επονομαζόμενα cartwheel hats, μεγάλα ψάθινα καπέλα που προστάτευαν από τον ήλιο την εποχή που η ανοιχτόχρωμη επιδερμίδα ήταν ένδειξη αρχοντιάς (το μαύρισμα θεωρείτο ντεμοντέ).

Συνολικά, το καπέλο στη δεκαετία του ’50 συμβάδιζε με τη γενικότερη αισθητική: θηλυκότητα, τάξη και επιμέλεια στην εμφάνιση.
Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα της εποχής ήταν η Τζάκι Κένεντι, η Πρώτη Κυρία των ΗΠΑ στις αρχές του ’60, που στην πραγματικότητα συνέβαλε όσο λίγες στην αναβίωση της μόδας του καπέλου. Η Τζάκι εμφανίστηκε στην ορκωμοσία του συζύγου της το 1961 φορώντας ένα λιτό και κομψό καπελάκι τύπου pillbox σε κρεμ απόχρωση – σχέδιο του milliner Roy Halston. Η φωτογραφία αυτή έκανε τον γύρο του κόσμου και το pillbox hat έγινε αμέσως ανάρπαστο, μετατρέποντας την Τζάκι σε αδιαμφισβήτητη trend-setter.

Πράγματι, η Κένεντι καθιέρωσε το χαμηλό, στρογγυλό αυτό καπελάκι ως σύμβολο εκλεπτυσμένης κομψότητας, κι έκτοτε πολλές κομψές γυναίκες –ακόμη και μέλη βασιλικών οικογενειών– υιοθέτησαν παραλλαγές του στη δική τους ενδυματολογική παλέτα.
Δεν είναι τυχαίο που στις επίσημες εμφανίσεις της πριγκίπισσας Νταϊάνα δεκαετίες αργότερα, αλλά και των σημερινών γαλαζοαίματων, βλέπουμε συχνά μικρά καπέλα ή fascinator που θυμίζουν κάτι από την απέριττη κομψότητα της Τζάκι.
Εμβληματικές γυναίκες και τα καπέλα τους
Πολλές εμβληματικές γυναικείες παρουσίες του 20ού αιώνα ταύτισαν το όνομά τους με ένα χαρακτηριστικό καπέλο, καθιστώντας το αναπόσπαστο μέρος της εικόνας τους. Η Τζάκι Κένεντι ήδη αναφέρθηκε για το περίφημο pillbox – ένα αξεσουάρ που έμελλε να γίνει σήμα κατατεθέν του προεδρικού ύφους της. Με το καπελάκι αυτό, η Τζάκι κατάφερε να συνδυάσει κλασική φινέτσα και μοντέρνα απλότητα, επηρεάζοντας τη μόδα παγκοσμίως.
Κομψές γυναίκες της υψηλής κοινωνίας, αλλά και μέλη βασιλικών οικογενειών, μιμήθηκαν το στιλ της: η επιρροή της ήταν τέτοια που ακόμη και δεκαετίες μετά, οι νεότερες γαλαζοαίματες, όπως η Κέιτ Μίντλετον, αποτίουν φόρο τιμής στην αισθητική της Κένεντι, υιοθετώντας ανάλογες γραμμές στα καπέλα τους.

Μερικά χρόνια αργότερα, μια άλλη εμβληματική μορφή, η πριγκίπισσα Νταϊάνα, έφερε τα καπέλα δυναμικά στο προσκήνιο των βασιλικών εμφανίσεων τη δεκαετία του 1980. Στα πρώτα χρόνια της δημόσιας ζωής της, η Νταϊάνα συνήθιζε να ολοκληρώνει τις εμφανίσεις της με ένα καπέλο – από μικρά καπελάκια με βέλο μέχρι πλατύγυρα καπέλα με διακριτικές λεπτομέρειες. Τα καπέλα έγιναν κεντρικό στοιχείο του προσωπικού της στυλ και χάριζαν πάντα μια άψογη νότα στις εμφανίσεις της.
Ποιος μπορεί να ξεχάσει τις φωτογραφίες της πριγκίπισσας με τα κομψά καπέλα στα ασκοτ ή στις επίσημες επισκέψεις της στο εξωτερικό; Όπως έγραψε χαρακτηριστικά το Harper’s Bazaar, «στα πρώτα χρόνια της στον δημόσιο βίο, τα καπέλα ήταν βασικό κομμάτι του signature στιλ της και ολοκλήρωναν πάντα άρτια τις εμφανίσεις της».

Μέσω της Νταϊάνα, το καπέλο επανήλθε ως σύμβολο νεανικής βασιλικής κομψότητας και συνέχισε την παράδοση που ήθελε τις γαλαζοαίματες να δίνουν το καλό παράδειγμα ενδυματολογικής φινέτσας.
Ακόμη πιο διαχρονική είναι η σχέση της βασίλισσας Ελισάβετ Β’ με τα καπέλα. Η εκλιπούσα μονάρχης του Ηνωμένου Βασιλείου υπήρξε ίσως η πιο συνεπής «πρέσβειρα» του καπέλου στη σύγχρονη εποχή: σπάνια εμφανίστηκε δημόσια χωρίς το χαρακτηριστικό ταγιέρ και το αντίστοιχο καπέλο του. Υπολογίζεται ότι στη διάρκεια της 70ετούς βασιλείας της φόρεσε περί τα 5.000 διαφορετικά καπέλα – ουσιαστικά «έγραψε τους κανόνες» για το τι σημαίνει βασιλικό καπέλο.
Τα πολύχρωμα, καλοφτιαγμένα καπέλα της, συχνά δημιουργίες κορυφαίων βρετανών milliners, δεν ήταν απλώς μέρος της εμφάνισής της αλλά και εργαλείο επικοινωνίας: την έκαναν αμέσως ορατή μέσα στο πλήθος και παράλληλα περνούσαν διακριτικά μηνύματα. Δεν είναι τυχαίο ότι ο διάσημος καπελοποιός Stephen Jones την αποκάλεσε «προστάτιδα αγία της τέχνης του καπέλου» – ολόκληρη η βιομηχανία της μοντέρνας millinery στηρίχτηκε εν πολλοίς στην αφοσίωση της Ελισάβετ σε αυτά.

«Το απόλυτο καπέλο είναι το σύμβολο της βασιλείας: το στέμμα. Η ιδέα να δηλώνεις με το κάλυμμα κεφαλής σου status και μεγαλοπρέπεια είναι ακριβώς η “γλώσσα” που μιλούν οι καπελοποιοί» σημειώνει ο Jones, τονίζοντας πόσο σημαδιακό ήταν το γεγονός ότι η Ελισάβετ δεν εγκατέλειψε ποτέ αυτήν τη γλώσσα.
Πράγματι, από το στέμμα μέχρι τα απλά μονόχρωμα καπέλα των καθημερινών της εμφανίσεων, η βασίλισσα ανέδειξε το καπέλο ως σύμβολο σταθερότητας, παράδοσης αλλά και προσωπικού ύφους.
Φυσικά, ο κατάλογος των εμβληματικών γυναικών που αγάπησαν τα καπέλα δεν σταματά εδώ. Από την Όντρεϊ Χέπμπορν η οποία μέσα από τον κινηματογράφο χάρισε αξέχαστες σκηνές με τεράστια κομψά καπέλα (όπως το μαύρο φαρδύγυρο καπέλο στο Breakfast at Tiffany’s του 1961), μέχρι τη Βασίλισσα Καμίλα σήμερα που λατρεύει τα πλατύγυρα μοντέλα, τα καπέλα συνεχίζουν να αποτελούν σήμα κατατεθέν για πολλές ξεχωριστές παρουσίες. Κοινός παρονομαστής; Η χρήση του καπέλου ως επέκταση της προσωπικότητας και του μηνύματος που θέλει να στείλει η κάθε γυναίκα με την εμφάνισή της.

Το καπέλο στη σύγχρονη εποχή: βασιλικές εμφανίσεις, δεξιώσεις και υψηλή ραπτική
Εντυπωσιακές δημιουργίες καπέλων στο ύφος του Royal Ascot. Στις μεγάλες ιπποδρομίες και τις επίσημες δεξιώσεις της βρετανικής αριστοκρατίας, το καπέλο παραμένει έως σήμερα πρωταγωνιστής, με τα σχέδια να γίνονται ολοένα πιο τολμηρά και δημιουργικά.
Στη σημερινή εποχή της casual ένδυσης, θα πίστευε κανείς ότι το καπέλο έχει περιθωριοποιηθεί – όμως κάθε άλλο. Απλώς, ο ρόλος του έχει αλλάξει: από καθημερινό απαραίτητο αξεσουάρ παλαιότερων δεκαετιών, το γυναικείο καπέλο έχει εξελιχθεί σε δήλωση περίστασης. Πλέον φοριέται κυρίως σε περίφημες επίσημες περιστάσεις, όπου ακριβώς η επισημότητα και η υψηλή αισθητική απαιτούν την παρουσία του. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι οι βασιλικοί γάμοι και οι συναθροίσεις υψηλής κοινωνίας: στην Αγγλία, κανένας βασιλικός γάμος δεν νοείται χωρίς εντυπωσιακά καπέλα στα κεφάλια των καλεσμένων. Όπως σημειώνουν οι αναλυτές μόδας, τα ευφάνταστα fascinator και καπέλα σε αυτά τα events αποτελούν μέρος της παράδοσης αλλά και του άτυπου «σόου μόδας» που λαμβάνει χώρα παράλληλα με την τελετή.

Πράγματι, τα καπέλα είναι αναπόσπαστο κομμάτι της «στολής» για γάμους, ιπποδρομίες και άλλες εκδηλώσεις της υψηλής κοινωνίας στη Βρετανία.
Η Royal Ascot, η θρυλική ιπποδρομία που διεξάγεται κάθε καλοκαίρι από το 1711 παρουσία της βασιλικής οικογένειας, έχει καθιερωθεί ως επίδειξη φαντασμαγορικών καπέλων: οι κυρίες ανταγωνίζονται για το πιο πρωτότυπο και εντυπωσιακό σχέδιο, σεβόμενες βέβαια τον αυστηρό ενδυματολογικό κώδικα που απαιτεί “hat or substantial fascinator” για την είσοδό τους στις εξέδρες.
Το αποτέλεσμα; Κάθε χρονιά τα πρωτοσέλιδα γεμίζουν με φωτογραφίες από τις πιο ευφάνταστες δημιουργίες – από καπέλα που θυμίζουν έργα τέχνης έως ρετρό πλατύγυρα εμπνευσμένα από άλλες εποχές.

Παράλληλα, το καπέλο διατηρεί ένα εξέχοντα ρόλο και στον χώρο της υψηλής ραπτικής και των επιδείξεων μόδας. Οι μεγάλοι σχεδιαστές συχνά ολοκληρώνουν τα couture σύνολά τους με θεατρικά καπέλα, γνωρίζοντας ότι αυτά προσδίδουν δραματικότητα και φωτογενή λάμψη. Δεν είναι τυχαίο ότι σύγχρονοι milliners, όπως ο Philip Treacy ή ο Stephen Jones, έχουν συνεργαστεί στενά με οίκους μόδας και διασημότητες, δημιουργώντας καπέλα που γίνονται viral στις πασαρέλες και στα red carpets. Στις επιδείξεις μόδας, ένα εντυπωσιακό καπέλο μπορεί να απογειώσει την αισθητική ενός συνόλου και να μετατρέψει ένα απλό ντύσιμο σε καλλιτεχνική δήλωση. Για παράδειγμα, στην Εβδομάδα Μόδας της Νέας Υόρκης το 2012 ο σχεδιαστής Marc Jacobs παρουσίασε γιγαντιαία καπέλα βικτωριανού ύφους, ως φόρο τιμής στο παρελθόν αλλά και πρόταση για στο παρελθόν αλλά και πρόταση για το παρόν.

Αυτή η διαρκής παρουσία των καπέλων στη σφαίρα της υψηλής ραπτικής αποδεικνύει ότι το καπέλο εξακολουθεί να θεωρείται από τους δημιουργούς ένας καμβάς για έκφραση υψηλής αισθητικής.
Τέλος, αξίζει να σημειωθεί η κοινωνική διάσταση που διατηρεί το καπέλο σε ορισμένα πολιτισμικά συμφραζόμενα. Σε πολλές κοινότητες, όπως στην αφροαμερικανική εκκλησιαστική παράδοση στις ΗΠΑ, το Sunday hat –το περίτεχνο κυριακάτικο καπέλο– εξακολουθεί να φοριέται ως ένδειξη σεβασμού και τιμής προς την περίσταση. Αντίστοιχα, και σε άλλες κοινωνικές εκδηλώσεις, από φιλανθρωπικά γκαλά μέχρι ρετρό θεματικά πάρτι, βλέπουμε ολοένα και περισσότερες κυρίες να επανεφευρίσκουν το καπέλο ως vintage σύμβολο αρχοντιάς ή παιχνιδιάρικο αξεσουάρ.
Συμπέρασμα: Το καπέλο ως αιώνιο σύμβολο αισθητικής και κοινωνικού μηνύματος
Από την εποχή των αριστοκρατικών salon του 18ου αιώνα μέχρι τις σημερινές πασαρέλες και τις βασιλικές τελετές, το γυναικείο καπέλο έχει διανύσει μια συναρπαστική πορεία, διατηρώντας στον πυρήνα του δύο σταθερές ιδιότητες: αποτελεί σύμβολο κοινωνικό και σύμβολο αισθητικό. Ως κοινωνικό σύμβολο, το καπέλο δήλωνε ανέκαθεν κάτι για την ιδιότητα και το status της γυναίκας που το φορά: η ποιότητα, το μέγεθος και η διακόσμησή του μπορούσαν να φανερώσουν τον πλούτο, την κοινωνική τάξη ή το επάγγελμα (σκεφτείτε τα διακριτικά πηλίκια σε στολές νοσοκόμων, αστυνομικών, στρατιωτικών κ.ο.κ.).
Ως αισθητικό αντικείμενο, το καπέλο λειτούργησε σαν κινητή έκθεση μόδας – ένα έργο τέχνης πάνω στο κεφάλι, που συμπλήρωνε αρμονικά ή και δραματικά την ενδυματολογική εμφάνιση.

Δεν είναι υπερβολή να πούμε πως το καπέλο έχει μια γλώσσα δική του. Μια κυρία που εμφανίζεται με πλατύγυρο καπέλο και βέλο σε έναν γάμο στέλνει μήνυμα κομψότητας και σεβασμού στο πρωτόκολλο· μια τολμηρή φιλοξενούμενη που επιλέγει ένα εκκεντρικό fascinator στις ιπποδρομίες επιδεικνύει φαντασία και αυτοπεποίθηση· μια μονάρχης που φορά σταθερά τα ιδιαίτερα καπέλα της υπογραμμίζει τη συνέχεια της παράδοσης και την αξία της καθησυχαστικής εικόνας για τον λαό της. Όπως είδαμε, η βασίλισσα Ελισάβετ χρησιμοποίησε το καπέλο ως εργαλείο ορατότητας αλλά και ως «ουδέτερο καμβά» για να περάσει διακριτικά πολιτισμικά μηνύματα, από το χρώμα του φορέματος και του καπέλου της στις διεθνείς επισκέψεις, μέχρι το μπλε καπέλο με τα κίτρινα λουλούδια που φορούσε στην ομιλία περί Brexit, το οποίο πολλοί θεώρησαν πως παρέπεμπε ευγενικά στη σημαία της ΕΕ.

Συνολικά, το γυναικείο καπέλο έχει αποδείξει αξιοθαύμαστη αντοχή στον χρόνο. Αν και οι καθημερινές συνήθειες ένδυσης έχουν γίνει πιο απλές, το καπέλο επιβιώνει και προσαρμόζεται, βρίσκοντας χώρο στις πιο ξεχωριστές στιγμές – εκεί όπου η μόδα συναντά την τελετουργία και η παράδοση συναντά τη νεωτερικότητα. Είτε ως κομψό αξεσουάρ υψηλής ραπτικής, είτε ως statement piece σε έναν βασιλικό θεσμό, το καπέλο διατηρεί τη μαγεία του. Όταν λοιπόν βλέπουμε μια Πρώτη Κυρία σαν την Μελάνια Τραμπ να εμφανίζεται με πλατύγυρο καπέλο που κλέβει την παράσταση, δεν είναι απλώς μια στιλιστική επιλογή της στιγμής – είναι ο απόηχος μιας ολόκληρης ιστορίας αιώνων, όπου το καπέλο στέκει αγέρωχο ως σύμβολο θηλυκότητας, κύρους και αέναης κομψότητας.
